Δελτίο Θυέλλης Τεύχος 39 - Άνοδος της Aκροδεξιάς στης Ευρώπη: Σκέψεις πάνω σε προαναγγελθέντα συμβάντα

  • Δημοσιεύτηκε: Τετ, 25/06/2014 - 12:54μμ

Λίγες μόλις μέρες πριν τη διεξαγωγή των εκλογών για το ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ο ιστότοπος του Νouvel Observateur έθετε το ερώτημα «ποια θα είναι τα χρώματα του μελλοντικού Ευρωκοινοβουλίου;». Η απάντηση δινόταν από το άρθρο, που βασιζόταν σε δημοσκοπήσεις και εκτιμήσεις για το αποτέλεσμα που, όντως, ήταν πολύ κοντά στην πραγματικότητα, τόσο της Γαλλίας όσο και της υπόλοιπης Ευρώπης, καταγράφοντας από σταθερή παρουσία μέχρι μεγάλες αυξητικές τάσεις των κομμάτων της Ακροδεξιάς σε κάθε της μορφή σε 12 χώρες, με εξαίρεση την Πορτογαλία, την Ισπανία και την Ιρλανδία.          

Στη Γαλλία το FN έρχεται πρώτο κόμμα με 25%, με ποσοστό αποχής 57%, έχοντας όμως χάσει περίπου 2,5 εκατομύρια ψήφους από τις προεδρικές εκλογές του 2012 στις οποίες συγκέντρωσε 18%. Στη Βρετανία το UKIP έρχεται επίσης πρώτο με 27%, όπως και στη Δανία το Λαϊκό Κόμμα με 23%. Σημαντική άνοδο παρουσιάζει το ακροδεξιό FPO στην Αυστρία με 19,7%, ενώ σταθερό εμφανίζεται το ουγγρικό νεοναζιστικό Jobbik με 14,7% σε σχέση με τα ποσοστά των ευρωεκλογών του 2009 και όχι με αυτά των εθνικών εκλογών που είναι ψηλότερα (20,5% και 20,3%). Η Νέα Δεξιά στην Πολωνία συγκεντρώνει 7,2% (από 1,1% στις εθνικές εκλογές), ενώ το φινλανδικό Finns με 12% εμφανίζεται ενδυναμωμένο σε σχέση με τις ευρωεκλογές του 2009 (9,8%) και αποδυναμωμένο σε σχέση με τις εθνικές εκλογές (19,1%). Πτώση καταγράφουν η ιταλική Λίγκα του Βορρά και το ακροδεξιό Ολλανδικό Κόμμα της Ελευθερίας. Το ακροδεξιό Vlaams Belang στο Βέλγιο υποχωρεί, ενώ ανεβαίνει το αντιμεταναστευτικό και ευρωσκεπτικιστικό κόμμα των «Αληθινών Φλαμανδών». Ενισχυμένο παρουσιάζεται επίσης και το αντιμεταναστευτικό-ευρωσκεπτικιστικό κόμμα των Σουηδών Δημοκρατών με 9,7% (από 3,3 στις προηγούμενες ευρωεκλογές και 5,7 στις εθνικές). Στην Ελλάδα το νεοναζιστικό κόμμα της Χρυσής Αυγής συγκεντρώνει 9,4% από 0,5 στις ευρωεκλογές του 2009 και 6,9 στις εθνικές εκλογές του 2012.

Γρήγορα ωστόσο καταλαβαίνουμε πως ο χάρτης ή το «πάζλ», όπως συνηθίζεται τελευταία να λέγεται, της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη δεν προσφέρεται για μια εύκολη ανάγνωση. Όσο κι αν θεωρούμε κοινό παρονομαστή την αντιμεταναστευτική ρητορεία, την αναδίπλωση πίσω από την εθνική ταυτότητα και ένα γενικό και θολό αντιευρωπαϊκό αίσθημα, οι διαφοροποιήσεις της ευρωπαϊκής άκρας Δεξιάς είναι τουλάχιστον τόσες όσα και τα εθνικά πλαίσια μέσα στα οποία αναπτύσσεται. Αυτές είναι που, προς το παρόν τουλάχιστον, δεν επιτρέπουν τη συγκρότηση ενός φαιού μετώπου στο Ευρωκοινοβούλιο. Ο αντισημιτισμός του γαλλικού FN λειτουργεί ανασχετικά για το αντιμεταναστευτικό βρετανικό UKIP ενώ ο νεοναζισμός της Χρυσής Αυγής λειτουργεί με τη σειρά του ανασχετικά για το FN.

Χωρίς τα δεδομένα αυτά να αποτελούν κάποιου είδους έκπληξη, το ερώτημα παραμένει: Ποια Ευρώπη είναι αυτή που αμφισβητείται μέσα από την ενίσχυση της Ακροδεξιάς ή της λεγόμενης «ευρωσκεπτιστικής» και «δεξιολαϊκιστικής» ψήφου; Προκειμένου να εντοπίσουμε κάποια στοιχεία απάντησης σε αυτό το ερώτημα, θεωρούμε το Εθνικό Μέτωπο (FN) της Γαλλίας παράδειγμα ιδιαίτερα διαφωτιστικό, στο βαθμό που εμφανίζει συνεχή παρουσία για πάνω από 30 χρόνια, αύξουσα δυναμική τα 12 τελευταία, ενώ επωφελείται τόσο από την ευρωπαϊκή όσο και την εθνική συγκυρία.

Στις 21 Απριλίου του 2002 ο µαν Μαρί Λεπέν καταφέρνει να περάσει στο δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών συγκεντρώνοντας 16% των ψήφων, χωρίς ποτέ να χρειαστεί να κρύψει τις ρατσιστικές, αντισημιτικές και φασιστικές του πεποιθήσεις. Το 2007 ο Νικολά Σαρκοζί θα κερδίσει τις προεδρικές εκλογές υιοθετώντας μεγάλο μέρος της ακροδεξιάς ατζέντας και της φρασεολογίας της, με εξαίρεση τον αντισημιτισμό. Το 2012 ο Φρανσουά Ολάντ θα κερδίσει τις εκλογές λιγότερο χάρη στο προγράμμά του και περισσότερο γιατί ο Σαρκοζί το είχε παρακάνει τόσο που τον βαρέθηκαν και αυτοί που τον είχαν ψηφίσει (βοήθησαν βεβαίως και κάτι σκάνδαλα). Στο μεταξύ, στην ηγεσία του Εθνικού Μετώπου θα βρεθεί η Μαρίν Λεπέν, που στις προεδρικές εκλογές του 2012 θα καταφέρει να έρθει τρίτη συγκεντρώνοντας 18%, ξεπερνώντας κατά 5 μονάδες το Μέτωπο της Αριστεράς του µαν Λικ Μελανσόν.

Η Λεπέν αναγκάστηκε να στρογγυλέψει πολλές από τις χοντράδες του πατέρα της, φροντίζοντας παράλληλα να διατηρήσει ακέραιο τον πυρήνα των ιδεών του FN, που συνίσταται σε έναν ακραίο νεοφιλελευθερισμό με σκληρό ρατσιστικό περίβλημα ως νομιμοποιητικό πλαίσιο. Κοινός τόπος του Εθνικού Μετώπου είναι το μίσος ενάντια στους φτωχούς, όπως περίτρανα έχουν αποδείξει οι πολιτικές διαχείρισης που ακολούθησε στους δήμους που βρέθηκε να διοικεί και που αυξήθηκαν σημαντικά στις αυτοδιοικητικές εκλογές του Μαρτίου 2014 (κέρδισε σε 12 δήμους και εξέλεξε 1.546 δημοτικούς συμβούλους).

Ο αντιευρωπαϊσμός είναι ένα πεδίο που καθιέρωσε ο µ.Μ. Λεπέν σε σοβινιστική βάση και που η Μαρίν Λεπέν αξιοποίησε εκμεταλλευόμενη την κρίση. Οι πολιτικές λιτότητας όχι μόνο δεν απορρίπτονται, αλλά το κοινωνικό κράτος παρουσιάζεται ως περιττό βάρος από το οποίο επωφελούνται οι «ξένοι». Ο αντιευρωπαϊσμός νοηματοδοτείται σε αυτό το πλαίσιο ως εθνική καθαρότητα που, όσο κι αν φαντάζει αδύνατη σε μια χώρα σαν τη Γαλλία, φαίνεται να γοητεύει ακόμα και κομμάτια της κοινωνίας που είναι πολύ μακριά από αυτό το πρότυπο. Αντίστοιχα, η κριτική στο ευρώ εμφανίζεται ως αποκατάσταση ενός χαμένου μεγαλείου της Γαλλίας.

Ωστόσο, η Λεπέν ευνοήθηκε και από μια ιδιαίτερη «εθνική» συκυρία. Ο νόμος για το γάμο ατόμων του ίδιου φύλου συσπείρωσε εναντίον του ένα διάσπαρτο κοινό μέσα στο οποίο επανεμφανίστηκαν ακροδεξιές ομάδες που στο παρελθόν ήταν περιθωριοποιημένες. Από αυτό το κράμα ξεπήδησε μια σκληρή τάση που σήμερα οργανώνει διαδηλώσεις στο όνομα του «θυμού» (jour de la colβre). Oμοφοβία, αντισημιτισμός και σενάρια συνωμοσίας δεν θα μπορούσαν παρά να ευνοήσουν ένα σχηματισμό σαν το FN, που παράλληλα διατηρεί όλο το κλασικό ρατσιστικό οπλοστάσιο απέναντι σε Άραβες και Αφρικανούς.

Η Γαλλία ζει μια μακρά περίοδο όξυνσης των ταξικών και κοινωνικών αντιθέσεων που έχουν καταγραφεί σε υψηλά ποσοστά ανεργίας, αποδιάρθρωση του κοινωνικού κράτους, αποκλεισμό και περιθωριοποίηση σημαντικών κοινωνικών ομάδων. Οι αντιθέσεις αυτές διαμεσολαβούνται πολύ περισσότερο μέσα από εθνοτικά ή «πολιτισμικά» εξηγητικά μοντέλα και λιγότερο από την αντίθεση κεφαλαίου - εργασίας. Μέσα σε μια τέτοια διασπορά προβληματικών και ταυτοτήτων, ο λόγος του μίσους (F-haine/μίσος) λειτουργεί παραδόξως ως στοιχείο ενοποιητικό.

Το μείζον θέμα για την Αριστερά, που στη Γαλλία αλλά και σε άλλες χώρες διέρχεται επίσης από κρίση, είναι πώς θα καταφέρει να μετακινήσει τα πολιτικά και κοινωνικά διακυβεύματα από το προνομιακό πεδίο της Ακροδεξιάς, υποβάλλοντας σε συνεκτική κριτική, όχι γενικά την Ευρώπη (μια έννοια τόσο πλατιά όσο και η Γηραιά Ήπειρος), αλλά το οικονομικό σύστημα που αντιπροσωπεύει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Το ερώτημα που φαίνεται χρήσιμο σε μια τέτοια προσέγγιση είναι το ίδιο με αυτό που σε άλλες περιπτώσεις μπορεί να ανακινεί σενάρια συνομωσίας, δηλαδή «ποιος ωφελείται» από τη σημερινή κρίση. Σίγουρα πάντως η οικογένεια Λεπέν δεν ανήκει στους χαμένους, με τον µαν Μαρί να παρουσιάζει επιπλέον κέρδη ενός εκατομμυρίου ευρώ, των οποίων την προέλευση αναζητεί σήμερα η γαλλική Δικαιοσύνη.             

Έλσα Παπαγεωργίου