Δελτίο Θυέλλης 45- Δεξιοί λαϊκισμοί: Το Σχέδιο Β του κεφαλαίου για την Ευρώπη

  • Δημοσιεύτηκε: Πέμ, 10/11/2016 - 12:17μμ

       Μια εισαγωγή και, κυρίως, ένα παράδοξο Όταν μιλάμε για άνοδο της «Aκροδεξιάς» στην Ευρώπη, αναφερόμαστε σε φαινόμενα ενίοτε πολύ διαφορετικά μεταξύ τους. Αυτό που μας ενδιαφέρει εδώ, κυρίως, είναι να υπογραμμίσουμε τις ομοιότητές τους και τα στοιχεία εκείνα της μεγαλύτερης, και πιο επικίνδυνης, ομοιογένειάς τους.          Πρόκειται για τις δυνάμεις εκείνες οι οποίες προωθούν σήμερα συζητήσεις και πρακτικές ξεκάθαρα εθνικιστικές και ρατσιστικές και ενεργούν κατά τρόπο συμπαγή και συντονισμένο σε διεθνικό επίπεδο. Περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον. Ας δούμε, για παράδειγμα, τι συνέβη πριν και μετά το δημοψήφισμα για το Brexit.       

Από τη μια, από την τραυλίζουσα συζήτηση της Αριστεράς, από την κοινωνιολογία του δρόμου γύρω από το ποια «κοινωνική δυσφορία» καθόρισε τις συμπεριφορές στην κάλπη, μέχρι την αυτοκριτική γιατί δεν κατάφερε να προβλέψει τα αποτελέσματα του «Lexit», δηλαδή της «Left Exit», την έξοδο της Αριστεράς από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Και, από την άλλη, η κίνηση σαν ενιαίο σώμα των διαφορετικών (το επαναλαμβάνουμε) κυρίαρχων δεξιών στην αναζήτηση όμοιων λαϊκών συζητήσεων σε καθεμιά από τις χώρες της Ένωσης.

Ακόμα νωρίτερα όμως, εν μέσω της (άλυτης) «ευρωπαϊκής προσφυγικής κρίσης», η αποκαλούμενη Ομάδα Visegrad, έκφραση των αντιδραστικών κυβερνήσεων της κεντρο-ανατολικής Ευρώπης, κατάφερε να επιβάλει τις πολιτικές της για κλείσιμο των συνόρων κατά μήκος και πέραν της Βαλκανικής Οδού, παρακάμπτοντας απροκάλυπτα και αποτελεσματικά τις αποφάσεις που ελήφθησαν από τους θεσμούς της ΕΕ σε κάθε επίπεδο, από την Επιτροπή και το Συμβούλιο. Και πιο συγκεκριμένα, σαμποτάροντας τις αποφάσεις αναδιανομής και μετεγκατάστασης των μεταναστών από τις χώρες της Μεσογείου.

Αντιλήφθηκε μήπως κανείς αν γι' αυτές τις ενέργειες, ελήφθησαν (ή έστω απείλησαν να λάβουν) μέτρα κατά των κυβερνήσεων αυτών ή να επιβάλουν κυρώσεις για να τις μεταπείσουν; Έστω και κατά πολύ μη συγκρίσιμες με αυτές που επιβλήθηκαν στην Ελλάδα σε πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο.

Πιστεύω ότι κανένας δεν παραβλέπει τη σοβαρότητα του προηγούμενου που έχει δημιουργηθεί τα τελευταία αυτά χρόνια. Η κατάφωρη παραβίαση των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου πρωτίστως του δικαιώματος στο άσυλο, το οποίο αναγνωρίζεται από όλους τους θεμελιώδεις Χάρτες και από τα εθνικά συντάγματα αποτελεί για τις ευρωπαϊκές ολιγαρχίες απείρως πιο αποδεκτή από οποιαδήποτε ελάχιστη προσπάθεια άσκησης πίεσης στους χρηματοοικονομικούς κανόνες που υπαγορεύονται από τις πολιτικές λιτότητας.

Έτσι όμως, περνάει κυρίως το μήνυμα ότι οι επιλογές κλεισίματος, διακρίσεων και αποκλεισμού, που γίνονται σε εθνικό επίπεδο, θα συναντήσουν στην πορεία τους, από πλευράς ευρωπαϊκών θεσμών, αντιδράσεις και αντιστάσεις πιο ήπιες από οποιαδήποτε εναλλακτική πολιτική που στοχεύει στην υπεράσπιση και στη διεύρυνση της σφαίρας των πολιτικών, κοινωνικών δικαιωμάτων και της εργασίας.

Αυτή η εκτίμηση μας εισάγει σε ένα δεύτερο ζήτημα: Υπάρχει μια «τοξική αφήγηση» προς αποδόμηση. Εκείνη που αφηγείται την ύπαρξη σήμερα στην Ευρώπη δυο διαφορετικών και αντίθετων πολιτικών επιλογών: Η πρώτη την οποία στηρίζουν οι ολιγαρχίες (οικονομικές, των Μέσων και πολιτικές) της εξουσίας υπέρ της διαφύλαξης της κυρίαρχης κατάστασης και η οποία οργανώνεται γύρω από τη διαδικασία της ευρωπαϊκής ένταξης και εφαρμόζεται από τις «συστημικές» δυνάμεις ενός μεγάλου κέντρου, των οποίων οι συντηρητικές και σοσιαλδημοκρατικές παραλλαγές αποτελούν απλώς διαφορετικές αποχρώσεις του ίδιου νεοφιλελεύθερου παραδείγματος. Και η δεύτερη, που αποβλέπει στον «κατακερματισμό» της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω της επιστροφής στα εθνικά νομίσματα και στην εθνική κυριαρχία και η οποία τρέφεται από μια συνεχώς αυξανόμενη κοινωνική και εκλογική συναίνεση, κυρίως από τις φτωχότερες κοινωνικές ομάδες και ζωντανεύει από λαϊκιστικές δυνάμεις κυρίως της Δεξιάς αλλά όχι μόνο με χαρακτηριστικά «αντισυστημικά» και αποσταθεροποίησης.

Δεν πρόκειται τόσο για την περιγραφή των δυνάμεων αυτών, που αποδεικνύεται παραπλανητική και πολιτικά μη παραγωγική, όσο για την ανάλυση των μεταξύ τους σχέσεων.

Η άποψή μας είναι ότι αυτές οι δύο επιλογές δεν αποτελούν τους αντίστοιχους «θανάσιμους εχθρούς», αλλά δυο τερατώδη «δίδυμα αδέρφια», έναν Doppelgεnger (σωσία) που τρέφει ο ένας τον άλλον.

Ας δούμε το παράδειγμα της Αυστρίας, μιας από τις χώρες όπου η άνοδος ενός λαϊκιστικού κόμματος της Δεξιάς οι ρίζες του οποίου βυθίζονται στο φρικτό ναζιστικό παρελθόν προκαλεί μεγαλύτερη ανησυχία: Τον Οκτώβριο του 2015, η άνοδος του FPς και ο ενδεχόμενος κίνδυνος ο Strache να εκλεγεί δήμαρχος της Βιέννης ανεκόπη χάρη σε μια ευρύτατη κοινωνική κινητοποίηση, που ξεκίνησε από τις χιλιάδες των ανθρώπων που συμμετείχαν στις πρωτοβουλίες «welcome refugees», υπέρ της «πορείας της ελπίδας» η οποία είχε ξεκινήσει από το σιδηροδρομικό σταθμό της Βουδαπέστης. Λίγους μήνες αργότερα, ο υποψήφιος της Ακροδεξιάς Hofer έχει το προβάδισμα για την προεδρία της Δημοκρατίας, αφού η κυβέρνηση της Groχe Koalition, ακολουθώντας τα βήματα του FPς και με τον καθοριστικό ρόλο των σοσιαλδημοκρατών, εισάγει ξεκινώντας από την πρόταση εγκατάστασης φράχτη στο πέρασμα του Μπρένερ το ζήτημα του κλεισίματος των συνόρων.

Αν όμως ρίξουμε μια ματιά στα τελευταία χρόνια, καθίσταται ακόμα πιο σαφές πώς οι διαφορετικοί «δεξιοί λαϊκισμοί» τράφηκαν, βάσει ενός διαβολικού μηχανισμού αμοιβαίου αντικατοπτρισμού, από τη σκλήρυνση των πολιτικών λιτότητας, οι οποίες έγιναν παντού στην Ευρώπη ο νέος κανόνας ρύθμισης της αγοράς εργασίας και το φονικό όχημα πόλωσης του παραγόμενου πλούτου. Η καθοριστική ώθηση της ανόδου, ακόμα και εκλογικής, αυτών των εθνικιστικών Δεξιών, συνέβη χάρη στη «συνταγματοποίηση» της λιτότητας, που έγινε το βασικό όχημα μιας συνολικής επανεθνικοποίησης του ευρωπαϊκού πολιτικού χώρου, αφού βασιζόταν στο pactum sceleris (συμφωνία συνενοχής) ανάμεσα σε τεχνογραφειοκρατικές δομές και στις καπιταλιστικές ολιγαρχίες, οι οποίες βρίσκονται σε θέση κυριαρχίας και εκπροσωπούνται δεόντως από τα εθνικά στελέχη.

Οι «συστημικοί ευρωπαϊστές», υποστηρικτές της διατήρησης των υπαρχόντων χαρακτηριστικών των (πολιτικών) δυνάμεων, πυροδότησαν, ξεκινώντας από την άκαμπτη εφαρμογή των δογμάτων της λιτότητας, τη διαδικασία «κατακερματισμού» της Ευρώπης. Υποστήριξαν, σαν μαθητευόμενοι μάγοι, τις δυνάμεις της χειρότερης Δεξιάς από όλους τους εμπλεκόμενους δρώντες, οι οποίες ήταν σε θέση να επηρεάσουν το δημόσιο διάλογο και να υπαγορεύσουν την πολιτική ατζέντα γύρω από τις προτεραιότητες, ακόμα και εκεί όπου δεν κυβερνούσαν. Υπ' αυτή την έννοια, οι «δεξιοί λαϊκισμοί» φαντάζουν όλο και πιο ξεκάθαρα, όχι ως «εναλλακτική» στα κυρίαρχα στοιχεία της Ευρώπης, αλλά σαν ένα πραγματικό Σχέδιο Β του κεφαλαίου για την ήπειρό μας. Το αποτέλεσμα, το οποίο βλέπουμε μπροστά στα μάτια μας, είναι ένας πρωτοφανής φονικός συνδυασμός των στοιχείων του νεοφιλελευθερισμού και του νεοεθνικισμού, τις συνέπειες του οποίου πληρώνουν τα πιο αδύναμα κοινωνικά υποκείμενα, με όρους αποκλεισμού και άρνησης των θεμελιωδών δικαιωμάτων τους.

Καταλήγουμε, λοιπόν, ότι δεν υπάρχει καμιά αμφισημία ή υφιστάμενη «κατανόηση», ως Αριστερά, αυτών των απολυταρχικών φαινομένων. Αντίθετα, πρόκειται για την αναθέρμανση μιας προοπτικής ρήξης και ριζικής μεταμόρφωσης, σε διεθνικό επίπεδο μέσα στον ευρωπαϊκό πολιτικό χώρο, με την κοινωνική και πολιτική δημιουργία ενός «τρίτου πόλου» διαφορετικού, ο οποίος αντιτίθεται στις σημερινές υπάρχουσες επιλογές, για τη δημιουργία της απαραίτητης εισαγωγής προκειμένου να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά αυτές οι Ακροδεξιές.

Beppe Caccia     μέλος του EuroNomade,

Μετάφραση: Κατερίνα Τσαποπούλου

Θεματικές: