Δελτίο Θυέλλης 43 Η δίκη του Δικτύου και η μέρα της Μαρμότας

  • Δημοσιεύτηκε: Δευ, 14/12/2015 - 11:54πμ

της Μυρτώς Λαζαρίδου

Tη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, βρισκόμαστε λίγο πριν την ολοκλήρωση της δίκης του Δικτύου κατά της Ομάδας Δέλτα. Η ιστορία πλέον γνωστή. Στις 5 Μαΐου του 2010 μετά την παλλαϊκή διαδήλωση κατά του Μνημονίου και τον εγκληματικό εμπρησμό της Μαρφίν, οι αστυνομικές μονάδες παίρνουν εντολές να κατακλύσουν τα Εξάρχεια και να ενεργήσουν «σαν οδοστρωτήρες». Στο πλαίσιο της τρομοκρατίας που εξαπέλυσε τότε η αστυνομία, μια ομάδα Δέλτα εισέβαλε απρόκλητα στα γραφεία του Δικτύου για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα και του Δικτύου Κοινωνικής Υποστήριξης Προσφύγων και Μεταναστών, χτύπησε και τραυμάτισε μέλη των συλλογικοτήτων - εκ των οποίων ένα σοβαρά - και κατέστρεψε υποδομές.
Το φθινόπωρο του 2013 έγινε η δίκη έπειτα από μήνυση που υπέβαλαν οι δύο συλλογικότητες, η οποία κατέληξε στην προκλητική αθώωση των Δελτάδων και στην ακόμη πιο εξοργιστική απόφαση του Δικαστηρίου ότι οι τραυματισμοί και οι καταστροφές είναι άγνωστο πώς συνέβησαν, εφόσον έγινε δεκτός ο ισχυρισμός των μπάτσων ότι δεν μπήκαν ποτέ μέσα στο κτίριο. Ωστόσο, η απόφαση αυτή ήταν πράγματι σκανδαλώδης αν κοίταζε κανείς τα αποδεικτικά στοιχεία (φωτογραφίες, πινακίδες κυκλοφορίας, ιατροδικαστική έκθεση από τον τραυματισμό) και τις μαρτυρίες της πολιτικής αγωγής. Με αυτά τα δεδομένα, αμέσως μετά την ολοκλήρωση της δίκης, ο Εισαγγελέας Εφετών κ. Ασπρογέρακας ασκεί έφεση και η υπόθεση παίρνει ξανά το δρόμο της Δικαιοσύνης.
Και ερχόμαστε στο παρόν, στην εκδίκαση της έφεσης, και μάλιστα σε μια συγκυρία όπου η Ομάδα Δέλτα έχει διαλυθεί, αφού στο μεταξύ βέβαια είχε παρουσιάσει ένα διόλου ευκαταφρόνητο δείγμα εργασίας (βίας, τραμπουκισμών, τρομοκρατίας και αυθαιρεσίας), με απόγειο την τελευταία περίοδο τον βασανισμό ανήλικων συλληφθέντων.

Ωστόσο, και πάλι κατά την εξέλιξη της δίκης, ένας νηφάλιος παρατηρητής θα έβλεπε ένα συμπαγές κατηγορητήριο, με τις καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας να ξετυλίγουν ξανά το νήμα αυτής της ιστορίας βίας, ρατσισμού και ολοκληρωτικών πρακτικών που οδήγησε στο βανδαλισμό του Δικτύου και στον τραμπουκισμό ανθρώπων για τις ιδέες τους. Έγινε, δε, για μια ακόμη φορά σαφές ότι η εισβολή δεν ήταν τυχαία, αλλά είχε στόχο να εκφοβίσει, να «τραυματίσει» και να εκδικηθεί έναν πολιτικό χώρο που στηλιτεύει την αστυνομική βία δημοσίως και επανειλημμένως. Από την άλλη, οι Δελτάδες παρουσίασαν ένα σενάριο-καρικατούρα, σύμφωνα με το οποίο δεν μπήκαν ποτέ στα γραφεία και, για την ακρίβεια, περνώντας απέξω σχεδόν τυχαία (!) τους επιτέθηκε ένα εξαγριωμένο μπουλούκι 40 αναρχικών που «ξεφύτρωσε» ξαφνικά στην Τσαμαδού και το οποίο προσπάθησε να τους τραβήξει μέσα στα γραφεία του Δικτύου. Προς... ενίσχυση μάλιστα των ομολογιών τους και για να «τρίξουν τα δόντια» στην πολιτική αγωγή, έσπευσαν να συσχετίσουν το Δίκτυο με την τρομοκρατία, επισημαίνοντας στους δικαστές ότι πρόκειται για εχθρούς του κράτους, της Δικαιοσύνης, των δικαστών.

Είναι βέβαια γεγονός ότι όταν η Δικαιοσύνη «χαϊδεύει» τους κρατικούς λειτουργούς της που αυθαιρετούν επανειλημμένα καταπατώντας τους νόμους που έχουν ορκιστεί να υπηρετούν - αντί να τους τιμωρεί παραδειγματικά - το μόνο που επιτυγχάνει είναι ένας φαύλος κύκλος αυθαιρεσίας - ατιμωρησίας και πάλι από την αρχή. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι κατηγορούμενοι αστυνομικοί και κυρίως ο Γκόβας που αναγνωρίστηκε ως δράστης του σοβαρού τραυματισμού του μέλους του Δικτύου, δεν «πρωταγωνιστούν» για πρώτη φορά σε περιστατικά αστυνομικής βίας και τραμπουκισμών (βλ. περίπτωση Αμερικανίδας, περιστατικό σε καφετέρια των Εξαρχείων κ.ο.κ.). Ακόμη όμως και αν η τελική έκβαση αυτή τη φορά είναι επιτέλους δίκαιη, μόνο μια πλατιά κοινωνική απονομιμοποίηση της κρατικής αυθαιρεσίας θα μπορούσε να φέρει ριζικές αλλαγές. Φυσικά η κατάργηση ομάδων επίθεσης όπως η Δέλτα  -όπως αντίστροφα και η δημιουργία τους την περίοδο των πρώτων μνημονιακών κυβερνήσεων - είναι ζήτημα πολιτικής βούλησης. Όπως ζήτημα πολιτικής βούλησης είναι και η απόφαση μετά την κατάργηση να μη διαχυθούν στα υπόλοιπα αστυνομικά σώματα και υπηρεσίες ενισχύοντας τους υπάρχοντες -και αλώβητους προς το παρόν - φασιστικούς θύλακες στο εσωτερικό τους   για τους οποίους παρεμπιπτόντως δεν φαίνεται να υπάρχει σχέδιο διάλυσης.
Όσον αφορά πάντως την τελική έκβαση της δίκης, προς το παρόν αφήνουμε στο δικαστήριο να κρίνει την όλη υπόθεση και κυρίως το δαιμόνιο σενάριο των αστυνομικών. Έτσι, «κρατώντας μικρό καλάθι», παραμένουμε πάντα σε εγρήγορση θεωρώντας ότι το πραγματικό στοίχημα παίζεται στο δρόμο και στις συνειδήσεις. Αναρωτιέται κανείς, ωστόσο, αν η Ιστορία επαναλαμβάνεται ως φάρσα, σύμφωνα με τη γνωστή ρήση, τότε ως τι θα επαναλαμβανόταν σήμερα η φάρσα που ζήσαμε εμείς αντί δίκης το 2013; Ας ελπίσουμε όχι ως μέρα της Μαρμότας...
 

Θεματικές: