Διαπιστώσεις και ερωτήματα για το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό

  • Δημοσιεύτηκε: Παρ, 11/12/2020 - 4:22μμ

Μια αναγκαία συζήτηση για την ιδεολογική φυσιογνωμία μας*

Έχει αποδειχτεί ιστορικά ότι το αστικό καθεστώς δεν παραδίδει οικειοθελώς την εξουσία του, ακόμα και όταν η πλειοψηφία του πληθυσμού το επιθυμεί. Είτε με αιματηρό τρόπο είτε με αφόρητους οικονομικούς και πολιτικούς εκβιασμούς συντρίβει ή ενσωματώνει την επικίνδυνη κοινωνική διάθεση και τους πολιτικούς εκφραστές της  τα παραδείγματα είναι πάμπολλα, αρκούμαστε σε εκείνα της Λαϊκής Ενότητας στη Χιλή του 1973 και του ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα του 2015. Βεβαίως, το αστικό κράτος επηρεάζεται από τους ταξικούς και τους ευρύτερους κοινωνικοπολιτικούς συσχετισμούς, επιχειρώντας να ικανοποιήσει λαϊκά αιτήματα και να χειραγωγήσει τον κοινωνικό ριζοσπαστισμό που τα διεκδικεί (π.χ., μεταπολεμικό «κοινωνικό κράτος»), μη διστάζοντας όμως να καταστείλει στρατιωτικά αυτόν το ριζοσπαστισμό όταν απειλεί ευθέως τις κυρίαρχες σχέσεις παραγωγής και εξουσίας (π.χ., αιματηρή συντριβή της γερμανικής επανάστασης το 1919 και του ελληνικού Δεκέμβρη το 1944). Ιστορικά, οι «κόκκινες γραμμές» των αρχουσών τάξεων και του πολιτικού προσωπικού των κρατών είναι η μη αμφισβήτηση της ατομικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής και του κρατικού μονοπωλίου στη βία. Μάλλον στην εποχή της καπιταλιστικής διεθνοποίησης πρέπει να προσθέσουμε και τη μη αμφισβήτηση της οικονομικής, πολιτικής και στρατιωτικής ιμπεριαλιστικής ηγεμονίας.
Τούτων δοθέντων, παράλληλα με τις μάλλον αναγκαίες, αλλά ουδόλως ικανές να εξασφαλίσουν το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό, κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες και κυβερνήσεις της Αριστεράς, ποια κινήματα, ποιους αγώνες, ποιες μορφές κοινωνικής οργάνωσης και ποιες συνειδησιακές αλλαγές των καταπιεσμένων οφείλουμε να επιχειρούμε από σήμερα για να ενισχύουμε το εγχείρημα του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού;

Αν το αστικό κράτος, ως όργανο ταξικής κυριαρχίας, δεν (αυτο)μετασχηματίζεται, ποιες διεκδικήσεις, μορφές κοινωνικής αυτοοργάνωσης και δομές αντιεξουσίας μπορούν να αμφισβητήσουν την αυθεντία του και να υπονομεύσουν την αξιοπιστία του, από τους τομείς της παραγωγής και της αναπαραγωγής μέχρι το δημόσιο χώρο και το ποινικό δίκαιο; Αν η σφαίρα της παραγωγής και η μισθωτή εργασία ευρύτερα, εκτός από πεδία εκμετάλλευσης, αποτελούν μηχανισμούς αλλοτρίωσης και αποξένωσης των καταπιεσμένων, που ευνοούν την ιδεολογική χειραγώγησή τους, πέρα από μαζικούς και μαχητικούς κοινωνικούς αγώνες, με ποιες μορφές εργατικού ελέγχου και κοινωνικής αυτοδιαχείρισης, με ποια εγχειρήματα κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας, με τι είδους οργανωτικά μοντέλα σε όλους τους τομείς της καθημερινής ζωής αφαιρούμε «πεδία ευθύνης» από το αστικό καθεστώς, μειοψηφικά αρχικά, αλλά με μαζική απεύθυνση, στην υγεία, την εκπαίδευση, τον πολιτισμό, τη διανομή βασικών αγαθών κ.λπ., ευνοώντας ταυτόχρονα την αντιπαράθεση με αυτό;
Από τα προηγούμενα, συνοπτικά έως απλοϊκότητας, προκύπτει ότι η αρχιτεκτονική και η οικοδόμηση της αντικαπιταλιστικής μετάβασης και του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού οφείλουν να περιλαμβάνουν, κάθε φορά με πρωτότυπο τρόπο, αφενός την ευρύτερη κοινωνική επιρροή και πολιτική ηγεμονία, αφετέρου δε συνεχείς ρήξεις και συγκρούσεις με τις ενάντιες δυνάμεις  από δημοψηφίσματα αποφασιστικού χαρακτήρα και θεσμισμένες λαϊκές συνελεύσεις μέχρι επιτροπές ελέγχου σε αστυνομικά τμήματα και γενικές πολιτικές απεργίες. Αυτό σημαίνει πως αν ο κοινοβουλευτικός ειρηνικός δρόμος προς το σοσιαλισμό είναι ανέφικτος και πολλαπλώς επικίνδυνος, πρέπει να επινοήσουμε, μέσω της χειραφετητικής δράσης των κοινωνικών και πολιτικών υποκειμένων, εκείνο το σχέδιο που θα εμπεριέχει την αναγκαία επιβολή απέναντι στους κυρίαρχους, ώστε να τους αποδυναμώνει, και την απαραίτητη δημοκρατία για τους «από κάτω», ώστε να συμμετέχουν, να εμπνέονται και να απελευθερώνονται. Η αντικαπιταλιστική μετάβαση οφείλει να εμπεδώνει την ισότητα, εξασφαλίζοντας την ελευθερία, και να προστατεύει την ελευθερία, ως εγγυήτρια της ισότητας. Για να χρησιμοποιήσουμε τη διάσημη φράση «ελευθερία χωρίς σοσιαλισμό είναι προνόμιο και σοσιαλισμός χωρίς ελευθερία είναι δικτατορία».
Πώς όμως επιχειρούνται όλα αυτά, καθώς οι αντικαπιταλιστικές επαναστάσεις του προηγούμενου αιώνα μάς προσέφεραν μεν πολύτιμες εμπειρίες, δεν κατόρθωσαν ωστόσο να δημιουργήσουν το απελευθερωτικό μείγμα επιβολής, για την προστασία του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού, και δημοκρατίας, για την άνθησή του; Η επιβολή αναμφίβολα εμπεριέχει μικρά ή μεγάλα ποσοστά βίας, ως αναγκαίου κακού για τη θετική έκβαση της ταξικής πάλης υπέρ των καταπιεσμένων, πώς όμως διαφυλάσσεται το «αναγκαίο» από το «κακό», ώστε η βία να μη γίνει κύριο μέσο άσκησης πολιτικής και να μη στραφεί εναντίον όλης της κοινωνίας; Και βεβαίως, ποιος αναλαμβάνει αυτή τη διάκριση του «αναγκαίου» από το «κακό» στην επιβολή και τη βία ώστε να μη γίνουν αυτοσκοπός; Καθώς η πορεία των επαναστάσεων του 20ού αιώνα μάς έχει διδάξει ότι δεν μπορεί να είναι το «σοσιαλιστικό» κόμμα-κράτος, προς ποια κατεύθυνση εξουσίας των εργαζομένων πρέπει να στρέψουμε τις αναζητήσεις μας; Χρειαζόμαστε θεσμούς πολιτικού πλουραλισμού, με κύρια χαρακτηριστικά το εκλογικό δικαίωμα όλου του πληθυσμού, τον πολυκομματισμό, την απόλυτη ελευθερία διακίνησης των ιδεών και αν ναι, πώς συνδυάζονται με την εξουσία των εκλεγμένων αμεσοδημοκρατικά εργατικών και κοινωνικών συμβουλίων; Πώς αντιμετωπίζονται τα πανεθνικής εμβέλειας ζητήματα της ενέργειας, των μεταφορών, της υγείας, της εκπαίδευσης, των επικοινωνιών, της άμυνας, της εξωτερικής πολιτικής κ.ά. εκτός από τη δημοκρατικά συγκεντρωμένη κοινωνική αυτοδιαχείριση; Αλλά και αυτό το αχαρτογράφητο μέχρι σήμερα σχήμα μπορεί να αποτρέψει τη διόγκωση μιας γραφειοκρατίας ειδικών, όλο και περισσότερο προνομιούχας και ανέλεγκτης; Μπορούμε, από την άλλη, να θεωρήσουμε αντίδοτο στην κρατική συγκέντρωση τον οριζόντιο συντονισμό των τοπικών κοινοτήτων; Χωρίς να αμφισβητούμε τον πλούτο ιδεών που γεννά ο κοινωνικός ανταγωνισμός και την εφευρετικότητα των επαναστατημένων ανθρώπων, δεν χρειαζόμαστε θεωρητικές επεξεργασίες που να προσανατολίζονται σε ένα δίκαιο που θα διακατέχεται από την ελευθερία, τον εξισωτισμό και το δικαίωμα στη διαφορά, που θα λαμβάνει υπόψη του τις άπειρες πτυχές του ανθρώπινου ψυχισμού και θα κατανοεί ότι ο εγωισμός, η πλεονεξία και η μοχθηρία δεν εξαλείφονται με την έναρξη του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού  ενδεχομένως ούτε στην ολοκλήρωσή του; Και τελικά, αν πρόταγμά μας είναι η απονέκρωση του κράτους και η αντικατάστασή του από τη δημοκρατική οργάνωση ελεύθερων και ίσων ανθρώπων, το ατομικό και κοινωνικό αυτεξούσιο, δεν οφείλουμε από σήμερα να το σκιαγραφούμε στις πολιτικές και κοινωνικές οργανώσεις μας, στις δομές αλληλεγγύης μας, στην καθημερινότητά μας;

*To κείμενο δημοσιεύτηκε στο Δελτίο Θυέλλης με αφορμή τη 2η συνδιάσκεψη της Συνάντησης για μια Αντικαπιταλιστική   Διεθνιστική Αριστερά


Νίκος Γιαννόπουλος 
μέλος του Δικτύου για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα


 

Θεματικές: 
Κατηγορίες: