Το αντιφασιστικό κίνημα σε νέα φάση

  • Δημοσιεύτηκε: Κυρ, 01/12/2013 - 3:09μμ

Ευθύνη για την πολιτική και επιχειρησιακή γιγάντωση της Χρυσής Αυγής έχουν όλες οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις που υπηρετούν τα μνημόνια και θρέφουν το ρατσισμό. Ωστόσο, η καθοριστικής σημασίας τροφοδότηση των νεοναζί συντελέστηκε χάρη στη στροφή της ΝΔ στην ακροδεξιά πολιτική πρακτική και στην οικοδόμηση του αυταρχικού κράτους.

Ο αντικομουνισμός και η εμφυλιοπολεμική τακτική απέναντι στην Αριστερά, την αναρχία και τις εργατικές οργανώσεις, ο ακραίος ρατσισμός και το δόγμα «νόμος και τάξη» αποτελούν για την κυβέρνηση απαραίτητες προϋποθέσεις περιφρούρησης της πολιτικής των μνημονίων, συντελούν όμως παράλληλα στην ακροδεξιά μετατόπιση ενός μεγάλου τμήματος της κοινωνικής βάσης της Δεξιάς. Η ΧΑ, εκμεταλλευόμενη την παρουσία της στη Βουλή και την υποστήριξη ενός σημαντικού μέρους του κρατικού μηχανισμού, αξιοποίησε αυτή τη μετατόπιση και κατάφερε να «ξεθάψει» από μεγάλα τμήματα του «δεξιού λαού» φασιστικά χαρακτηριστικά, που η «οικονομική ευμάρεια» και η «πολιτική σταθερότητα» της μεταπολιτευτικής περιόδου είχαν κρύψει. Η αποθράσυνση των νεοναζί ήταν δεδομένη.

Με την επιχείρηση αναβάθμισης του ρόλου της η ΧΑ έθεσε ζήτημα ηγεσίας στην κοινωνική βάση της Δεξιάς και προσπάθησε να αποδείξει στα αφεντικά πως η στήριξή της αποτελεί βασική προϋπόθεση για την καταστολή των ταξικών αγώνων. Η αντίδραση της κυβέρνησης με την επιχείρηση «εξάρθρωση» της ΧΑ αιφνιδίασε και προβλημάτισε, καθώς φαινομενικά βρίσκεται σε αντίθεση με τη μέχρι πρότινος τακτική της που στηριζόταν στην «προετοιμασία» των νεοναζί ώστε να αποτελέσουν έναν «αξιόπιστο» κυβερνητικό εταίρο. Γιατί λοιπόν η κυβέρνηση πήρε αυτή την πρωτοβουλία, τη στιγμή μάλιστα που είναι τόσο εμφανής η κάλυψη που παρείχε στους νεοναζί όλο το προηγούμενο διάστημα;

Η ΧΑ επιχείρησε μια στρατηγικής σημασίας τομή στη δράση της πρόωρα και χωρίς να έχουν δημιουργηθεί οι απαραίτητες συνθήκες για την επιτυχία της. Η διάβρωση του κρατικού μηχανισμού από τους φασίστες είναι βαθιά, ωστόσο το κράτος δεν είναι φασιστικό. Η ΧΑ, επιχειρώντας να παρουσιαστεί ως ο βασικός και πιο αποτελεσματικός οργανωτής της καταστολής, αμφισβήτησε το μονοπώλιο του κράτους σε αυτή καταλήγοντας να το ενεργοποιήσει εναντίον της. Επιπλέον, σε αυτή τη φάση και με τους παρόντες ταξικούς συσχετισμούς δύναμης, η ηγεσία της άρχουσας τάξης δεν εξαναγκάζεται να παίξει το «χαρτί του φασισμού». Το ακροδεξιό - αυταρχικό κράτος του Σαμαρά μπορεί να κάνει για χάρη των αφεντικών τη βρωμοδουλειά και γι' αυτό εξάλλου ο «έλεγχός»του απέναντι στη δράση των νεοναζί ήταν βασικός όρος της «συνύπαρξής» τους.

Η ΧΑ έθεσε με αξιώσεις την ηγεμονία στα δεξιά, καθώς για τους ακροδεξιούς ψηφοφόρους φαίνεται με τη δράση της πιο συνεπής «εκφραστής» του ρατσισμού και του αντικομουνισμού ενώ παράλληλα δεν είναι αυτή που υλοποιεί το μνημόνιο.

Οι παραπάνω, ωστόσο, παράγοντες δεν επαρκούν για να εξηγήσουν την «αλλαγή τακτικής» της κυβέρνησης διότι δεν απαντούν στο γιατί επιλέχθηκε αυτή η σφοδρή μορφή αντιμετώπισης και όχι μια πιο ήπια, που θα μπορούσε ενδεχομένως να αναχαιτίσει τη δυναμική της ΧΑ.

Καθοριστικός λόγος για τις εξελίξεις ήταν και θα εξακολουθήσει για τη συνέχεια να είναι το αντιφασιστικό κίνημα. Η μαζικότητα και η μαχητικότητα των αντιφασιστικών πορειών σε όλη τη χώρα, η δημιουργία ενωτικών αντιφασιστικών συσπειρώσεων βάσης σε επίπεδο γειτονιάς, η διάθεση συντονισμού, αλλά και το γεγονός ότι πάνω από 30.000 διαδηλωτές πορεύτηκαν στη Μεσογείων στις 25 Σεπτεμβρίου, προκαλώντας έτσι την αποτυχία του «συνταγματικού τόξου», αποτέλεσαν εξελίξεις εξαιρετικά επικίνδυνες για το αυταρχικό μνημονιακό κράτος. Το ενδεχόμενο μιας αναμέτρησης στο επίπεδο του δρόμου όχι μόνο με τους φασίστες, αλλά και με τις κρατικές δυνάμεις καταστολής ήταν ορατό και θα αποτελούσε μεγάλο παράγοντα «συστημικής αποσταθεροποίησης». Η κυβέρνηση, με τη βοήθεια από τα τσιράκια της στα ΜΜΕ, σήκωσε τα λάβαρα του «αντιφασισμού» προκειμένου να αποποιηθεί τις ευθύνες της για τη γιγάντωση των νεοναζί, ώστε να θολώσει τη κρίση και τη στοχοθεσία του κινήματος και να αποφύγει τη σύγκρουση μαζί του.

Και ενώ οι διώξεις των ηγετικών στελεχών της Χρυσής Αυγής αποτελούν σημαντικό πλήγμα για τη νεοναζιστική οργάνωση και σε πολιτικό και σε οργανωτικό επίπεδο βάζοντας σε δοκιμασία ακόμη και την ύπαρξή της ως τέτοια έρχονται οι δολοφονίες των Χρυσαυγιτών και της προσφέρουν μια αναπάντεχη σανίδα σωτηρίας. Η ηγεσία της ΧΑ, έχοντας προφανώς συνειδητοποιήσει τη δεινή θέση στην οποία βρίσκεται, εκμεταλλεύεται το γεγονός του Νέου Ηρακλείου προκειμένου να επιβιώσει. Επιχειρεί να ηρωοποιήσει τους νεκρούς ώστε να επανασυσπειρώσει τους ψηφοφόρους και το φοβισμένο «σκληρό πυρήνα» της και παράλληλα προσπαθεί να σπάσει τον αποκλεισμό που της έχει επιβληθεί, κάνοντας «ψύχραιμες» τοποθετήσεις στους διάφορους μιντιακούς άλλοτε «αντιφασίστες», που δεν έχασαν λεπτό να της ξαναδώσουν βήμα. Η χρυσαυγίτικη ηγεσία καταλαβαίνει ότι για να διασφαλίσει την «πολύτιμη» κοινοβουλευτική της ύπαρξη, αλλά και το πολιτικό της μέλλον εν γένει θα πρέπει να πλασάρει το ύφος της «σοβαρής Χρυσής Αυγής» και να «ξαναζεστάνει» τους όψιμους εχθρούς της στην κυβέρνηση και στο κράτος.

Η εκτέλεση των Χρυσαυγιτών λειτουργεί θετικά και για την κυβέρνηση. Όπως αναφέρθηκε ήδη, η επιχείρηση «εξάρθρωσης» της ΧΑ αποτέλεσε για την κυβέρνηση μια αναγκαστική επιλογή που έγινε από θέση αδυναμίας ως αποτέλεσμα της πίεσης του αντιφασιστικού κινήματος και των ενδοδεξιών αντιφάσεων και ανταγωνισμών. Παράλληλα, όμως, περιόρισε τη δυνατότητά της να επικεντρώσει στην καταστολή του πραγματικού της εχθρού, του κινήματος. Τα γεγονότα στο Ν. Ηράκλειο τη βοηθούν να ξεπεράσει αυτό τον περιορισμό της, αφού της επιτρέπουν να αναβαθμίσει την ένταση της επίθεσης στα αριστερά και να παρουσιαστεί ως ο εγγυητής της ομαλότητας απέναντι στη «βία των δύο άκρων».

Προφανώς δεν μπορούμε να γνωρίζουμε ποιος βρίσκεται πίσω από τις δολοφονίες των Χρυσαυγιτών. Οι διάφορες συνομωσιολογικές θεωρίες το λιγότερο που κάνουν είναι ότι απομακρύνουν το κίνημα από τη συζήτηση πάνω στα πραγματικά και χειροπιαστά επίδικα ζητήματα, καταλήγοντας προφανώς σε επισφαλή και σε μεγάλο βαθμό αντιφατικά συμπεράσματα. Στην εν πολλοίς θολή και πολυεπίπεδη συγκυρία το κίνημα και η Αριστερά θα πρέπει να αντιπαρατεθούν στις απόψεις που δημιουργούν ηττοπάθεια, φόβο και κλίμα αναμονής και να εστιάσουν στις διεκδικήσεις που διατυπώθηκαν όλο το προηγούμενο διάστημα, συνεχίζοντας και απλώνοντας την αντιφασιστική δράση με:

Αγώνα για την εκθεμελίωση του φασισμού από τις γειτονιές και τους κοινωνικούς χώρους και κλείσιμο των γραφείων της ΧΑ.

Στόχευση στη δημιουργία ενωτικών αντιφασιστικών συνελεύσεων, όπου δεν υπάρχουν, και περαιτέρω ενίσχυση των συντονιστικών διαδικασιών.

Αγώνα ενάντια στην ακροδεξιά τακτική της «θεωρίας των δύο άκρων» και του «συνταγματικού τόξου», που επιχειρούν να εγκλωβίσουν το κίνημα και την Αριστερά στη «νομιμότητα», εντείνοντας έτσι πιο αποτελεσματικά την επίθεση εναντίον τους.

Καμιά καταδίκη της βίας. Συγκρότηση της αυτοάμυνας και της περιφρούρησης του κινήματος. Οι αντιφασιστικοί και ταξικοί αγώνες εμπεριέχουν αναγκαστικά το στοιχείο της αντιβίας ως αποτέλεσμα της δράσης των νεοναζιστικών ταγμάτων εφόδου και της κρατικής βίας. Το κίνημα για να μπορέσει να γίνει το αντίπαλο δέος των φασιστών σε μαζικό επίπεδο θα πρέπει καταρχάς να εξασφαλίσει την ασφάλειά του.

Αγγελική Βαλσαμάκη

Θεματικές: 
Κατηγορίες: