Δύο άκρα ή δύο κόσμοι;

  • Δημοσιεύτηκε: Κυρ, 01/12/2013 - 3:00μμ

Ζούμε σε καιρούς έντονης κοινωνικής πόλωσης. Όχι μόνο γιατί η ψαλίδα ανάμεσα στους πλούσιους και τους φτωχούς ανοίγει δραματικά, τα μεσαία στρώματα και το «κοινωνικό κέντρο» διαλύονται, αλλά, κυρίως, επειδή (σε αντίθεση με τη μεταπολεμική περίοδο και το «κοινωνικό κράτος»), τώρα η φτωχοποίηση μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού αποτελεί βασική προϋπόθεση της αύξησης της καπιταλιστικής κερδοφορίας. Τότε ήταν η ανάπτυξη, το μεγάλωμα της πίτας, η ευημερία, η δημοκρατία, τώρα είναι η κρίση, οι θυσίες, η νομιμότητα, η ασφάλεια.

Σε αυτούς τους καιρούς το κράτος εγκαταλείπει το ρόλο του εγγυητή της κοινωνικής ειρήνης (χωρίς κοινωνική δικαιοσύνη φυσικά, αλλά με κοινωνικό συμβόλαιο) και αναλαμβάνει εκείνον του επιτελάρχη του κοινωνικού πολέμου. Γι' αυτό ακριβώς εντείνει την ευθύνη του στους μηχανισμούς καταστολής, αλλά εγκαταλείπει κάθε υποχρέωσή του στην υγεία, την παιδεία και τις κοινωνικές υπηρεσίες. Σε αυτόν το μετασχηματισμό συνυπάρχουν διάφορες μορφές κρατικής εξουσίας, με χαρακτηριστικότερες το «κράτος έκτακτης ανάγκης» και το «κράτος εξαίρεσης δικαιωμάτων» με πλέον αντιπροσωπευτικότερα δείγματα του πρώτου τις αλλεπάλληλες πολιτικές επιστρατεύσεις απεργών και του δεύτερου τα κέντρα κράτησης μεταναστών.

Έτσι, η πλέον δεξιά κυβέρνηση από τη Μεταπολίτευση, καθώς δεν έχει τίποτα να υποσχεθεί στους «από κάτω», επιχειρεί να εμφανιστεί ως ο θεματοφύλακας της νομιμότητας («ό,τι είναι νόμιμο είναι και ηθικό», εξεφώνησε ο αλήστου μνήμης Βουλγαράκης, δίνοντας το στίγμα του νεοφιλελεύθερου «δημοκρατικού ολοκληρωτισμού») απέναντι στα «δύο άκρα»: το φασιστικό και το ακροαριστερό/αναρχικό. Προφανείς οι στοχεύσεις της θεωρίας των δύο άκρων: Πρώτον, να θεραπεύσει το βαρύτατα τραυματισμένο κύρος της πολιτικής εξουσίας, ευνοώντας τη συσπείρωση τρομαγμένων και απογοητευμένων τμημάτων του πληθυσμού· δεύτερον, να πιέσει την Αριστερά και τα κινήματα να ταυτίσουν τη δημοκρατία με τη νομιμότητα, αποδεχόμενα πλήρως την κρατική αυθεντία στη διαχείριση των ταξικών αντιθέσεων (αυτό το νόημα έχει η διαβόητη «καταδίκη της βίας απ' όπου κι αν προέρχεται»)· και τρίτον, να μην επιτρέψει στην υπάρχουσα κοινωνική πόλωση να μετασχηματιστεί σε πολιτική πόλωση, σε ταξική πάλη με αντικαπιταλιστικά αντικαθεστωτικά χαρακτηριστικά  σε αυτή την κατεύθυνση εντάσσεται η δαιμονοποίηση κάθε αντικυβερνητικής αντικαθεστωτικής πρακτικής (και όχι αφηρημένα κριτικής) ως εχθρού της δημοκρατίας.

Φυσικά, η κυβέρνηση Σαμαρά και το πολιτικό προσωπικό του κράτους μπορούν να παίρνουν ριζοσπαστικές πρωτοβουλίες απέναντι σε συγγενείς ή δυνάμει συμμάχους, όπως συνέβη με τις διώξεις, συλλήψεις και προφυλακίσεις ηγετικών στελεχών της ναζιστικής Χρυσής Αυγής, όταν κρίνουν υπό την πίεση του κινήματος, του διεθνούς παράγοντα ή και συγκεκριμένων εκλογικών σκοπιμοτήτων ότι πρέπει να θέσουν το «ένα άκρο» σε πολιτική, οικονομική και δικαστική ομηρία. Το γεγονός ότι η κυβέρνηση άνοιξε το δρόμο στη Χρυσή Αυγή με τη ρατσιστική πολιτική της και της εξασφάλισε ζωτικό χώρο με τη συστηματική ανοχή απέναντι στις κτηνωδίες της, προφανώς περιγράφει τα όρια του «κρατικού αντιφασισμού», δεν αναιρεί ωστόσο την αυτοτελή σημασία των διώξεων σε βάρος της Χρυσής Αυγής, ούτε κατ' ανάγκην προοιωνίζεται με ευθύγραμμο τρόπο την ένταση των διώξεων εναντίον και του «άλλου άκρου», της Αριστεράς, του αντιεξουσιαστικού χώρου και των κινημάτων. Ας μην ξεχνάμε ότι ναι μεν υπάρχει φασισμός στο κράτος, αλλά δεν έχουμε φασιστικό κράτος και, κυρίως, ότι η πολιτική αποτελεί προϊόν κοινωνικών και ταξικών συσχετισμών και όχι σκακιέρα ή συνομωσία.

Με αυτή την έννοια, η θεωρία των δύο άκρων είναι πολιτικά επικίνδυνη για την Αριστερά και τα κινήματα κυρίως αν εκβιαστούν από αυτή και επιδίδονται σε συνεχείς εκπτώσεις της μαχητικότητάς τους και υποχωρήσεις της ανεξαρτησίας τους, μέσω του «συνταγματικού τόξου», απέναντι στην «κοινωνική ειρήνη χωρίς κοινωνική δικαιοσύνη». Αντίθετα, απέναντι στα «δύο άκρα» οφείλουμε να αντιτάξουμε τους «δύο κόσμους»: τον δικό μας, των υποτελών τάξεων, των καταπιεσμένων και των αγωνιζόμενων για ισότητα και ελευθερία, απέναντι στον κόσμο της εκμετάλλευσης, της εξαθλίωσης και της βαρβαρότητας. Να αντιτάξουμε απέναντι στο δικαίωμα του κράτους στην ελεύθερη καταστολή το δικαίωμα των κινημάτων να επιλέγουν τα ίδια τις μορφές πάλης που κρίνουν αναγκαίες. Και, επιτέλους, να πάρουμε την ευθύνη όλοι και όλες να οργανώσουμε την αντεπίθεσή μας εδώ και τώρα, να επινοήσουμε εκείνα τα περάσματα που θα μας δώσουν ελπίδα και αυτοπεποίθηση, να αγωνιστούμε για λύσεις στο σήμερα και για αύριο, να πάρουμε τη ζωή μας στα χέρια μας.

Θεματικές: 
Κατηγορίες: